- Μπενάκης, Αντώνιος
- (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1873 – Αθήνα 1954). Φιλότεχνος, ιδρυτής του ομώνυμου μουσείου (βλ. λ. Μπενάκη, Μουσείο). Γιος του Εμμανουήλ Μπενάκη (βλ. λ.) και της Βιργινίας, το γένος Χωρέμη, σπούδασε στην Αθήνα και συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Αγγλία. Συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση, ενίσχυσε στα χρόνια 1904-6 οικονομικά τον Μακεδονικό αγώνα και στους Βαλκανικούς πολέμους πήγε εθελοντής, όπως είχε πάει και το 1897. Από το 1914 άρχισε να υποστηρίζει κάθε φιλανθρωπική, εθνική και καλλιτεχνική δράση ως ηγετικό μέλος της ελληνικής παροικίας της Αιγύπτου, όπου εργαζόταν στην επιχείρηση Χωρέμη-Μπενάκη. Υπήρξε ένας από τους καλύτερους εμπειρογνώμονες της εποχής του για το βαμβάκι.
Συγχρόνως είχε αρχίσει να αναπτύσσει τα ιστορικά και καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα σχηματίζοντας συλλογές κοπτικής και μουσουλμανικής τέχνης και μικροτεχνίας, οι οποίες αποτέλεσαν τελικά το αθηναϊκό Μουσείο Μπενάκη. Στα 1927 αποσύρθηκε από τις επιχειρήσεις και ήρθε στην Ελλάδα, όπου συνεχίζοντας την καλλιτεχνική και κοινωνική δραστηριότητα του, ολοκλήρωσε τις μεγάλες συλλογές βυζαντινής και ελληνικής λαϊκής τέχνης.
Από το 1927 και έως το 1954 υπήρξε γενικός έφορος του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων, πρόεδρος και αρχιπρόσκοπος, πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, της Εθνικής Πινακοθήκης, της Εταιρείας Φιλότεχνων και της Εταιρείας Λαϊκές τέχνες, του Ελληνικού Ναυτικού Ομίλου και άλλων ανάλογων οργανισμών. Επίσης, υπήρξε πρόεδρος και υποστηρικτής του Κολεγίου Αθηνών και του Οργανισμού Βάμβακα. Στα χρόνια της Κατοχής (1941-44) υπήρξε ενεργό μέλος της Εθνικής Οργάνωσης Χριστιανικής Αντίληψης, συντηρούσε συσσίτια και έσωσε τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς που κοσμούν τις αίθουσες του Μουσείου Μπενάκη.
Ο Αντώνιος Μπενάκης ίδρυσε με τις πολύτιμες συλλογές του το ομώνυμο μουσείο στην Αθήνα.
Dictionary of Greek. 2013.